Το «δικαίωμα στην αποσύνδεση» από την εργασία (right to disconnect) έχει έρθει δυναμικά στην επιφάνεια, ειδικά από τη στιγμή που ο κορονοϊός αλλάζει τον τρόπο που ζούμε και δουλεύουμε. Αυτό δείχνει η έρευνα του Eurofound, με το 34% των ερωτηθέντων πανευρωπαϊκά να απαντούν ότι δουλεύουν εδώ και καιρό από το σπίτι.
Των Τίνα Βέμπερ και Όσκαρ Βάργκας
Η εργασία από το σπίτι μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία, αυτονομία αλλά και παραγωγικότητα και μπορεί να συμβάλει σε μία καλύτερη ισορροπία μεταξύ ζωής και δουλειάς, μεταξύ οικογενειακής ζωής και ελεύθερου χρόνου, να μειώσει επίσης τα έξοδα μετακινήσεων.
Ωστόσο η εργασία από το σπίτι μπορεί να «θολώσει» και τα όρια μεταξύ δουλειάς και προσωπικής ζωής και να καταστήσει τους εργαζόμενους πάντοτε διαθέσιμους, είτε μέσα από το τηλέφωνο, είτε μέσα από το email, ακόμα και μέσα από την ανταλλαγή μηνυμάτων που αφορούν την εργασία, εκτός των ωρών που προβλέπονται στη σύμβαση εργασίας. Αποτέλεσμα είναι ο εργαζόμενος να είναι πάντοτε διαθέσιμος, να αλλάζει η δομή οργάνωσης των εταιριών και της εργασίας και να επιβαρύνεται δυσανάλογα το καθημερινό του πρόγραμμα, οδηγώντας τελικά σε ατελείωτες, μη μετρήσιμες και μη ανταποδοτικές ώρες εργασίας.
Το λεγόμενο «remote working» μπορεί επίσης να οδηγήσει σε νέα συστήματα παρακολούθησης και παραβίασης των προσωπικών δεδομένων, ειδικά από τη στιγμή που η τηλεργασία προωθείται ως βασικός πυλώνας ενός νέου εργασιακού μοντέλου. Επίσης, σύμφωνα με το Eurofound, η τηλεργασία μπορεί να συνδεθεί ακόμα και με ζητήματα ψυχικής υγείας, με τον κίνδυνο να είμαστε πάνω από ένα laptop για ώρες, χωρίς προσωπική ζωή, χωρίς φροντίδα για την προσωπική και την κοινωνική μας ζωή. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες εργασίας είναι επίσης πιθανό να καταγραφούν και ζητήματα σχετικά με την ποιότητα του ύπνου, το στρες, την υπερφαγία.
Διαβάστε ακόμα: Πάμπλο Ιγκλέσιας: Προχωράμε στην καθιέρωση 4ημερης εργασίας
Στο νέο εργασιακό μοντέλο που προωθείται θα πρέπει να μπουν όρια και κανόνες, που θα εξασφαλίζουν μια καλύτερη και πιο ισορροπημένη εργασιακή καθημερινότητα. Πολλά κράτη, όπως η Νέα Ζηλανδία, η Φινλανδία και η Ισπανία μελετούν τρόπους για να επιτευχθεί αυτό, προωθώντας τον διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους για το πως η νέα νομοθεσία θα προστατεύει τους εργαζόμενους και θα δίνει κίνητρα σε επιχειρήσεις να σεβαστούν τους κανόνες και να κινηθούν σε ένα νέο, βιώσιμο εργασιακό μοντέλο.
Στην Πορτογαλία, την Γερμανία, την Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, τη Λιθουανία, τη Μάλτα, τη Σουηδία και τη Σλοβενία και ξεκινήσει ένας λιγότερο ή περισσότερο έντονος διάλογος για το δικαίωμα στην αποσύνδεση, ενώ στα υπόλοιπα κράτη-μέλη (σσ. μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) δεν έχει καν τεθεί το θέμα σε πρώτο επίπεδο.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι στις παραπάνω χώρες έχει ξεκινήσει ο διάλογος για το ζήτημα της τηλεργασίας και της αποσύνδεσης, υπάρχει ακόμα δρόμος μπροστά. Η συμμετοχή των συνδικάτων είναι κρίσιμη σε αυτή τη διαδικασία, με τις συλλογικές διαπραγματεύσεις να έχουν ξεκινήσει, αλλά να προχωρούν αργά.
Διαβάστε ακόμα: Σάνα Μαρίν: Η Φινλανδή πρωθυπουργός που θέλει να καθιερώσει την 6ωρη εργασία
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προχώρησε σε σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες τον περασμένο Ιούλιο και στις αρχές Δεκεμβρίου για την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων εν μέσω κορονοϊού, ενώ το Ιανουάριο του 2021 αναμένεται το τεθεί εκ νέου το θέμα στην αρμόδια Επιτροπή Εργασίας.
Οι εξελίξεις δείχνουν ότι δεν υπάρχει πισωγύρισμα και πως μια νέα περίοδος για την εργασία ξεκινά. Το που θα καταλήξει και πόσο η θεωρία απέχει από την πράξη είναι κάτι που θα φανεί το επόμενο διάστημα.
*Η Τίνα Βέμπερ είναι επικεφαλής ερευνών και ο Όσκαρ Βάργκας επιστημονικός συνεργάτης στο Eurofound. Το άρθρο δημοσιεύεται στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος του Friedrich Ebert Stiftung για το μέλλον της εργασίας.